Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σπύρος "the Pilot"


Άμα με τσάκωνε να γράφω τη νεκρολογία του θα μου έλεγε αυστηρά:
- Τι ψάχνεις να βρεις τώρα ρε φιλιότσο, τον άξονα της γης; ο άξονας της γης είναι νοητός.
- Ρε νονέ, αφού πέθανες, να μη γράψω το κατιτίς μου;
- Και τι είσαι συ, γραφέας επικηδείων;
- Ο βαφτισιμιός σου είμαι νονέ.
- Ναι αλλά εκτός τούτου, και συν τοις άλλοις, φιλιότσο, σημασία έχει ο Μανώλης ο Μαρνιέρος, ο Βαγγέλης ο Σπαντής, ο Γιάννης ο Ζερβός, ο Παπαδογιάννης, ο Γιάννης ο Μέτζος, ο Κωστής, ο Γιώργης τ'Αλεξά, η Μαριάννα και όλοι μα όλοι οι χωριανοί να είναι καλά και να περνάνε ωραία. Και ο σύντεκνος οπωσδήποτε και η συντέκνισσσα.
- Ναι ρε νονέ αλλά μπορεί να μην περνάνε και τόσο καλά τώρα γιατί, μόλις σε θάψανε.
- Ναι, αλλά έκτός τούτου φιλιότσο, σημασία έχει η καλή παρέα και να περνάμε καλά.
- Θυμάσαι τότε, λίγο μετά τη χούντα, που τραγουδούσε ο Ξυλούρης στο Ρέθυμνο και ήμασταν πίσω – πίσω με τους όρθιους νήπιο σχεδόν εγώ και δεν έβλεπα παρά τη ζώνη του παλτού του μπροστινού μου κι εσύ μ’έπιασες και με σήκωσες ψηλά, πάνω από το κεφάλι σου και έβλεπα τη συναυλία;
- Ε και λοιπόν;
- Ε, αυτό έκανες πάντα Σπύρο, σήκωνες τους άλλους ψηλότερα από σένα.
- Ήσουνα μικρός κι αδύναμος εκείνη τη στιγμη γι’αυτό…
- Εσένα άραγε σε βοήθησε κανείς όταν βρέθηκες σε αδυναμία;
- Ναι, πολλοί. Πολλές φορές.
- Εσύ βοήθησες τον εαυτό σου;
- Όχι.
- Γιατί όχι;
- Τι ψάχνεις τώρα ρε φιλιότσο;
- Τον άξονα της γης κι ας είναι νοητός…
- Εφόσον είναι νοητός άστον ήσυχο.
- Καλά νονέ.Θυμάσαι τότε που φύγατε από το σπίτι στην Αθήνα με τον Μαρνιέρο και τον Ζερβό (ή ήταν κάποιος άλλος) και στην επιστροφή δε θυμόσαστε που ήταν το σπίτι;
- Ναι, μόλις είχα μετακομίσει. Χα χα χα !
- Τότε ήτανε που έκλεισες ένα ολόκληρο το ξενοδοχείο για σένα και τους άλλους δυο;
- Χα χα χα, μπορεί, δε θυμάμαι.
- Το γλέντησες Σπύρο.
- Σημασία έχει η καλή παρέα Κωστή, και να περνάμε καλά.
- Ναι τα ξέρω αυτά νονέ. Εσύ πέρασες καλά;
- Ναι.
- Αλήθεια;
- Ναι. Ήμουνε με ανθρώπους που αγαπιόμασταν βαθειά. Κι ας είχαμε και κάτι ψιλοδιαφορές. Σημασία έχει φιλιότσο να υπάρχει καλή θέληση. Και καλή παρέα.
- Τι σημαίνει καλή παρέα νονέ;
- Ο Ιωάννης , ο Μανώλης, ο Κώστας (τση μαρνιεροάννας), ο Γιώργης ο Φώτης, ο Γιάννης τση Βιβής, τα Σπαντιδάκια, τα Κατσαντρεδάκια, ο Παπαδογιάννης, ο Κωστής ο Πετσάς, τα Γαβαλάκια. Κι άλλοι πολλοί. Τα χωριανάκια.
- Θυμάσαι νονέ τότε στο αμάξι, δε θα ‘μουνα ούτε έξι χρονώ που μου δωσες να πιώ από το καπάκι του Τζωνυ Γουόκερ;
- Αμέ. Σε τέθοια ηλικία η γεύση φαίνεται απαίσια.
- Πράγματι, ήταν χάλια.
- Γι’αυτό το ‘καμα φιλιότσο, για να θυμάσαι όταν μεγαλώσεις πόσο χάλια ήταν η γεύση του και να το σιχαθείς.
- Δεν πέτυχε το κόλπο.
- Ωραία! Αυτό το κόλπο είναι καλό όταν δεν πετυχαίνει.
- Θυμάσαι τότε σε κείνο το καταγώγιο στην Ατσιπουλιανή καμάρα που έστρωσες όλο το μπαρ με πεντοχίλιαρα;
- Ήταν η πρώτη φορά που βγήκαμε μαζί φιλιότσο.
- Και τη δεύτερη γιατί δεν έκανες το ίδιο;
- Δεν είχα πεντοχίλιαρα μαζί μου…
- Και γιατί ξεκοκάλιζες τις εφημερίδες νονέ;
- Γιατί ο άνθρωπος πρέπει να ενημερώνεται.
- Γιατί;
- Για να μην είναι μαλάκας.
- Νονέ, ένιωσες ποτέ να σε κάνουν χάζι οι άλλοι αθρώποι;
- Όχι ποτέ. Εγώ τους χάζευα συνήθως.
- Σοβαρά τώρα;
- Ναι. Όταν ο άλλος σε νιώθει αδύναμο φανερώνει την πραγματική του μούρη.
- Και τι μούρες είδες νονέ;
- Να μη σε νοιάζει.Οι αθρώποι δεν είναι ή έτσι ή αλλιώς. Μπορεί να ΄ναι κάτι ενδιάμεσο κατάλαβες; Δεν υπάρχουν διαόλοι και δαιμόνοι. Τη μια γέρνεις οθε γκαι την άλλη στην άλλη μπάντα. Μη βιάζεσαι να κρίνεις. Βασικά μην κρίνεις. Μπορείς όμως να βλέπεις. Να παρατηρείς. Αλλά μην ψάχνεις να βρεις τον άξονα της γης είναι νοητός.
- Νονέ το ξέρεις ότι ούλοι σ’αγαπούσανε στο χωριό.
- Ε μια μπατούλια ναι, μα όχι κι ούλοι.
- Ούλοι νονέ.
- Εσύ μάγαπάς;
- Ναι νονέ.
- Γιάντα;
- Από τη φωτογραφία τση βάφτισής μου νονέ. Με κρατούσες τυλιγμένο σε μια άσπρη πετσέτα και με κοίταζες. Αυτό το βλέμα μ' έκανε να σε αγαπήσω όσο τον πατέρα μου και τη μάνα μου.
- Ήμουνε κοπέλι τότε, οπωσδήποτε το βλέμα μου είχε αθωότητα.
- Ναι αλλά και για τα επόμενα 40 χρόνια και βάλε με κοίταζες με το ίδιο βλέμμα.
- Το βλέμα του κοπελιού;
- Το βλέμα του πατέρα.
- Πνευματικού οπωσδήποτε.
- Εκτός τούτου, και συν τοις άλλοις Οινοπνευματικού!
- Μάλον ηπήρξα κακό παράδειγμα.
- Αφού το ξέρεις νονέ, οι άνθρωποι που μας δίνουν το παράδειγμα απλώς μας παρουσιάζουν κάποες πιθανές επιλογές. Κι εμείς διαλέγουμε.
- Αν δε σου παρουσιάσουν μια κακή επιλογή τότε δε θα τη διαλέξεις.
- Μπορεί όμως τότε να διαλέξεις μια χειρότερη.
- Και τι θα θυμάσαι απο μένα φιλιότσο;
- Ένα από κείνα τα ξημερώματα που οδηγούσα εγώ το μπορντώ Volkswagen σου και επιστρεφαμε στο χωριό. Εγώ εσύ κι ο Παπαδογιάννης. Πετούσα στ’αστέρια.
- Ήμασταν πιωμένοι φιλιότσο.
- Ήμασταν μαζί νονέ.





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Μάκης ο Τζάμης γαμπρός.

  Ωραίος ο Μάκης με το γαμπριάτικο κοστούμι! Δεν τον κάνεις πάνω από πενήντα κι όμως είναι συνομήλικός μου, πενήντα έξι στα πενήντα εφτά ο καριόλης. Μέχρι τα σαράντα μεγαλοέδειχνε αλλά μετά άρχισε να μικροδείχνει. Γαμώ τα DNA γαμώ. Ούτε φαλάκρα, ούτε κοιλιά, ούτε προγούλι ούτε τίποτα. Ο χρόνος του χάρισε μόνο ένα ασημένιο, πυκνό μαλλί που σε συνδυασμό με την λεπτή του κορμοστασιά του δίνει έναν αέρα Γάλλου μπον βιβέρ. Πουτάνα φύση … Μεγάλη μούρη από τότε ακόμη που πηγαίναμε μαζί στο γυμνάσιο. Τις έριχνε τις γκόμενες ξερές. Ωραίο αγόρι και λογάς, μα πολύ λογάς.   Ξεπαρθενεύτηκε στη Δευτέρα γυμνασίου από μια της πρώτης Λυκείου. Βέβαια έλεγε ότι το ‘χε κάνει απ’ την πρώτη τάξη με την κόρη του κυλικειάρχη, δεν ήξερε όμως ο μαλάκας ότι όταν την πήδηξα εγώ στην τρίτη, μου ορκίστηκε στο φως της ότι εκείνη την πρώτη φορά απλώς τον τρόμπαρε μέχρι που άδειασε στο χέρι της. Φυσικά δεν με έπεισε ο όρκος της όσο το αίμα στο εσώρουχό μου. Ήταν παρθένα! Ναι ήταν ψεύτης ολκής! Είχε πεθάνει το

Βίλμα

Ο λόγος που χάζευα τη Βίλμα ήταν το βλέμα της. Όχι γιατί παρά τα περίπου 90 χρόνια της παρέμενε ακόμα κοριτσίστικο (ζωηρό και περίεργο σα να αντίκρυζε για πρώτη φορά τον κόσμο) αλλά επειδή ήταν ονειροπόλο. Όταν η ματιά της σηκωνόταν για να κοιτάξει κάπου μακριά, έλαμπε με μια ακατανόητη ένταση και έχανε το απόκοσμο φως της μόνο όταν ξανάπεφτε πάνω στα κοντινά πράγματα ή στον συνομιλητή της - εν προκειμένω εμένα.Τώρα ήμουν εγώ ο υπνωτισμένος. Της πήρε λιγότερο από μισό δευτερόλεπτο να επιστρέψει από την ονειροπόληση στο καφενείο του "Σφακιανού" όπου καθόμασταν και στην αρχινημένη κουβέντα μας. - Ωραίο βράδυ Κώστα. Γλυκό. Είναι ωραία η Νίσυρος το καλοκαίρι. Λάτρεψα το Μανδράκι από την πρώτη μέρα που ήρθα νιόπαντρη με το συχωρεμένο τον Πανάγο. Ξαφνικά το βλέμα της έγινε γκρίζο. - Ο Γιάννης μου έλεγε ένα τραγούδι, είπα προσπαθώντας να διώξω το σύνεφο. "Του ποταμού μας το νερό βρέχει δε βρέχει τρέχει ωραία το Μανδράκι μας κορίτσια που τα έχει". - Πρέπει να ίσχυε το ίδιο

Οκτώ λεπτά.

  Το ‘χα χρονομετρήσει στο στρατό. Ένα τσιγάρο διαρκούσε οκτώ λεπτά, το Camel βέβαια γιατί αν είχα κάνει τράκα κανένα ελαφρύ, δεν έβγαζε το πεντάλεπτο. Έτσι μετρούσα το ατέλειωτο δίωρο της σκοπιάς σε οχτάλεπτα. Δώδεκα τσιγάρα το ένα μετά το άλλο με δυο λεπτά διάλειμμα στο ενδιάμεσο. Στο τέλος δε χρειαζόμουνα ούτε το ρολόι, μόλις έσβηνα το δωδέκατο, μάζευα με την ησυχία μου τα αποτσίγαρα, τα τύλιγα σε ένα φύλλο τσοντοπεριοδικού που το έκανα μπαλάκι και το πέταγα στο κράνος του δεκανέα αλλαγής αντί για το προβλεπόμενο «αλτ τις ει». Χακί αριθμητική ακριβείας… -           Και από τι πέθανε ο φίλος σου; -           Από τσιγάρο. -           Κάπνιζε πολύ; -           Μπα, δεν το   ‘χε βάλει ποτέ στο στόμα του. -           Α, παθητικός καπνιστής. -           Ούτε. -           Ε τότε; -           Με το Στέλιο ήμασταν κολλητοί από το Λύκειο, μετά μαζί συγκάτοικοι στη Σαλονίκη, ώσπου τα ‘μπλεξε με κείνη τη Σερραία, ωραία κοπέλα βέβαια αλλά πώς να στο πω, κάπως κτητική. Δεν ήθε