Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο Γιώργης ο Ρωχάμης.




“Άνοιξε Γιωργάκη, κάτι φίλοι σου είμαστε” φώναξε γλυκά ο ασφαλίτης που χτύπησε την εξώπορτα της αυλής.
Ο Γιώργης, έκλεισε τον  παράνομο πομπό με τις λυχνίες “813” που εξέπεμπε στα βόρεια των Μεσαίων Κυμάτων, τον αποσύνδεσε από το τροφοδοτικό των 2.500 Volt και τον πήρε μαζί του στο άλμα τριών μέτρων που έκανε στο διπλανό χάλασμα. Τοιουτοτρόπως διέφυγε της σύλληψης περιμένοντας να περάσει το διάστημα του Αυτοφόρου.
Έτσι, η Αστυνομια που εισέβαλε λίγα λεπτά αργότερα  στο σπίτι, βρήκε μόνο κάτι γυμνά χάλκινα καλώδια που οι άκρες τους θα σκότωναν ακαριαία ένα άλογο, έναν τεράσιο μετασχηματιστή βουτηγμένο για μόνωση σε λάδι μηχανής κι έναν ενισχυτή με 2 λυχνίες “811”.
Άρα, στο δικαστήριο που έγινε μήνες αργότερα δε στοιχειοθετήθηκε η κατηγορία για «παράνομη εκπομπή» και ο ανήλικος εγκληματίας αθωώθηκε πανηγυρικά.
Τι είχε συμβεί: ο Γιώργης, με κάτι σχέδια από το περιοδικό «Τεχνική Εκλογή», ένα φύλλο αλουμινίου, δυο τρία μέτρα μονόκλωνο καλώδιο διατομής 2 χιλιοστών, 5-6 λυχνίες,  2 μετασχηματιστές, μια φούχτα ηλεκτρολυτικούς πυκνωτές, κάτι κεραμικές αντιστάσεις και τις συμβουλές του Κωστή «του 813» και άλλων,  είχε φτιάξει έναν πομπό για να συνομιλεί με τους υπόλοιπους εραστές της ιονόσφαιρας ανά την Ελλάδα. Αυτό ήταν το έγκλημά του: ένας πομπός μεσαίων κυμάτων υψηλής ισχύος!
Σε μια προοδευμένη κοινωνία, αν ένα δεκαεξάρχονο παιδί μπορούσε να φτιάξει ένα πλήρες τηλεπικοινωνιακό σύστημα με ακτίνα εκπομπής εκατοντάδων χιλιομέτρων από το τίποτα, το χειρότερο που θα του συνέβαινε θα ήταν μια υποτροφία σε ένα εκπαιδευτικό-τεχνολογικό ίδρυμα προκειμένου να αξιοποιήσει το φανερό αυτό ταλέντο του προς το καλό της ίδιας της κοινωνίας. Αντ’ αυτού η ανάπηρη ελληνική μπανανία προτίμησε να του στείλει 2 περιπολικά για να τον συλλάβουν. Ευτυχώς δεν τα κατάφεραν και το μόνο που έμεινε ήταν ότι στην 1η Λυκείου του Πολυκλαδικού Ρεθύμνου τον φωνάζαμε κοροϊδευτικά "Ρωχάμη".
Σε πείσμα όμως της ανόητης και ανερμάτιστης αυτής κοινωνίας που επιχείρησε να τον μεταχειριστεί σαν κοινό εγκληματία, ο Γιώργης έκαμε το χόμπυ του επάγγελμα, και την αγάπη του για την Κατερίνα γάμο ο οποίος καρποφόρησε 2 υπέροχα κορίτσια.
Ο Γιώργης πήδηξε τον τοίχο των ανόητων βγάζοντάς τους κοροϊδευτικά τη γλώσσα. Η κοινωνία είναι τυχερή που τέτοιοι θαραλέοι και έξυπνοι άνθρωποι γίνονται τίμια μέλη της. Άλλωστε πάντα πίστευα ότι ο έφηβος που σηκώνει στην πλάτη πενηντάκιλα  τσουβάλια ελαιόκαρπο για να τα ρίξει στο αποφυλλωτήριο του ελαιουργείου δε μπορεί να καταστεί ποτέ άτιμος.
Όσο για μένα νιώθω ακόμη πιο τυχερός που οι σπουδαιότεροι από τους παιδικούς μου ήρωες δεν είναι φανταστικά πρόσωπα αλλά συνομήλικοί μου.
-->

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Μάκης ο Τζάμης γαμπρός.

  Ωραίος ο Μάκης με το γαμπριάτικο κοστούμι! Δεν τον κάνεις πάνω από πενήντα κι όμως είναι συνομήλικός μου, πενήντα έξι στα πενήντα εφτά ο καριόλης. Μέχρι τα σαράντα μεγαλοέδειχνε αλλά μετά άρχισε να μικροδείχνει. Γαμώ τα DNA γαμώ. Ούτε φαλάκρα, ούτε κοιλιά, ούτε προγούλι ούτε τίποτα. Ο χρόνος του χάρισε μόνο ένα ασημένιο, πυκνό μαλλί που σε συνδυασμό με την λεπτή του κορμοστασιά του δίνει έναν αέρα Γάλλου μπον βιβέρ. Πουτάνα φύση … Μεγάλη μούρη από τότε ακόμη που πηγαίναμε μαζί στο γυμνάσιο. Τις έριχνε τις γκόμενες ξερές. Ωραίο αγόρι και λογάς, μα πολύ λογάς.   Ξεπαρθενεύτηκε στη Δευτέρα γυμνασίου από μια της πρώτης Λυκείου. Βέβαια έλεγε ότι το ‘χε κάνει απ’ την πρώτη τάξη με την κόρη του κυλικειάρχη, δεν ήξερε όμως ο μαλάκας ότι όταν την πήδηξα εγώ στην τρίτη, μου ορκίστηκε στο φως της ότι εκείνη την πρώτη φορά απλώς τον τρόμπαρε μέχρι που άδειασε στο χέρι της. Φυσικά δεν με έπεισε ο όρκος της όσο το αίμα στο εσώρουχό μου. Ήταν παρθένα! Ναι ήταν ψεύτης ολκής! Είχε πεθάνει το

Βίλμα

Ο λόγος που χάζευα τη Βίλμα ήταν το βλέμα της. Όχι γιατί παρά τα περίπου 90 χρόνια της παρέμενε ακόμα κοριτσίστικο (ζωηρό και περίεργο σα να αντίκρυζε για πρώτη φορά τον κόσμο) αλλά επειδή ήταν ονειροπόλο. Όταν η ματιά της σηκωνόταν για να κοιτάξει κάπου μακριά, έλαμπε με μια ακατανόητη ένταση και έχανε το απόκοσμο φως της μόνο όταν ξανάπεφτε πάνω στα κοντινά πράγματα ή στον συνομιλητή της - εν προκειμένω εμένα.Τώρα ήμουν εγώ ο υπνωτισμένος. Της πήρε λιγότερο από μισό δευτερόλεπτο να επιστρέψει από την ονειροπόληση στο καφενείο του "Σφακιανού" όπου καθόμασταν και στην αρχινημένη κουβέντα μας. - Ωραίο βράδυ Κώστα. Γλυκό. Είναι ωραία η Νίσυρος το καλοκαίρι. Λάτρεψα το Μανδράκι από την πρώτη μέρα που ήρθα νιόπαντρη με το συχωρεμένο τον Πανάγο. Ξαφνικά το βλέμα της έγινε γκρίζο. - Ο Γιάννης μου έλεγε ένα τραγούδι, είπα προσπαθώντας να διώξω το σύνεφο. "Του ποταμού μας το νερό βρέχει δε βρέχει τρέχει ωραία το Μανδράκι μας κορίτσια που τα έχει". - Πρέπει να ίσχυε το ίδιο

Οκτώ λεπτά.

  Το ‘χα χρονομετρήσει στο στρατό. Ένα τσιγάρο διαρκούσε οκτώ λεπτά, το Camel βέβαια γιατί αν είχα κάνει τράκα κανένα ελαφρύ, δεν έβγαζε το πεντάλεπτο. Έτσι μετρούσα το ατέλειωτο δίωρο της σκοπιάς σε οχτάλεπτα. Δώδεκα τσιγάρα το ένα μετά το άλλο με δυο λεπτά διάλειμμα στο ενδιάμεσο. Στο τέλος δε χρειαζόμουνα ούτε το ρολόι, μόλις έσβηνα το δωδέκατο, μάζευα με την ησυχία μου τα αποτσίγαρα, τα τύλιγα σε ένα φύλλο τσοντοπεριοδικού που το έκανα μπαλάκι και το πέταγα στο κράνος του δεκανέα αλλαγής αντί για το προβλεπόμενο «αλτ τις ει». Χακί αριθμητική ακριβείας… -           Και από τι πέθανε ο φίλος σου; -           Από τσιγάρο. -           Κάπνιζε πολύ; -           Μπα, δεν το   ‘χε βάλει ποτέ στο στόμα του. -           Α, παθητικός καπνιστής. -           Ούτε. -           Ε τότε; -           Με το Στέλιο ήμασταν κολλητοί από το Λύκειο, μετά μαζί συγκάτοικοι στη Σαλονίκη, ώσπου τα ‘μπλεξε με κείνη τη Σερραία, ωραία κοπέλα βέβαια αλλά πώς να στο πω, κάπως κτητική. Δεν ήθε