Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2021

Ένας εχθρός του λαού

  Φοβερό όνειρο είδα που λέτε οψές το βράδυ: Παρακολουθούσα λέει την παράσταση "Ένας εχθρός του λαού*" . Στον ρόλο του Τόμας Στόκμαν, ήταν φυσικά ο Σωτήρης Τσιόδρας, ο οποίος δεν έπαιξε κι άσχημα εδώ που τα λέμε, απλώς η ερμηνεία ήταν λίγο άτονη και άνευρη θα έλεγα, σε σημείο που με πήρε 2-3 φορές ο ύπνος, πράγμα που δε με πείραξε βέβαια, αφού όπως αντιλαμβάνεστε ήμουν ήδη κοιμισμένος. Ομολογώ όμως ότι σε κάποια σημεία ο Στόκμαν-Τσιόδρας ήταν συνταρακτικός, όπως όταν υμνωδούσε γεμάτος τηλεοπτική κατάνυξη στο αβαείο του Μούνκεβι ή στη φάση που εμφανίζεται ως ο ήρωας με το λεκιασμένο φανελάκι στο ομώνυμο νοσκοκομείο - έξοχες προσαρμογές του σκηνοθέτη αμφότερες κατά τη γνώμη μου. Στο τέλος, με ανάμεικτα συναισθήματα χαράς και ανακούφισης παρακολούθησα την τελική ήττα του πρωταγωνιστή από το φαυλεπίφαυλο κατεστημένο και την αναπόφευκτη συντριβή του. Μετά την αυλαία άναψαν τα φώτα και καθώς σκούπιζα τα δάκρυα που είχαν φέρει τόσα γέλια στα μάτια μου με ένα χαρτομάντηλο, πρόσεξα τ

Ο παρ'ολίγον συγγραφέας και η κόρη του συνομιλούν

  Gao Xingjian - La Fin du Monde, 2006 - Το μυαλό μου, αγάπη μου, δημιουργεί χαρακτήρες τόσο πειστικούς που στο τέλος γίνονται πραγματικοί, κι αν δεν τους βάλω να ξεκουραστούν πάνω στο χαρτί, εκείνοι ολημερίς κι οληνυχτίς με  καταδιώκουν.   - Λες μαλακίες μπαμπά, δε μπορεί να σε κυνηγούν στ'αλήθεια πρόσωπα που μόνο στη φαντασία σου υπάρχουν. Δεν είσαι τρελός.   - Δεν έχει σχέση με την τρέλα αυτό μικρή μου, αλλά ναι, υπάρχουν μαζί μου, αναπνέουν τον αέρα μου, τρώνε απ'το φαΐ μου, κοιμούνται στο σπίτι μου, σχολιάζουν τις απόψεις μου, διεκδικούν το χώρο τους στη ζωή μου και δε μ'αφήνουν ήσυχο μέχρι να γίνουν υποκείμενα σε γραπτές προτάσεις.   - Κοιτώ μα δεν τους βλέπω γύρω σου ρε μπαμπά, εδώ και χρόνια μου μιλάς για πρόσωπα που δεν υπάρχουν, τουλάχιστον εγώ δεν τα έχω δει. Σου λέω ότι αερολογείς και με φοβίζεις, τουλάχιστον δώσε μου μια ένδειξη, διατύπωσε ένα έστω επιχείρημα να με πείσεις για την ύπαρξή τους.   - Μα δεν το βλέπεις αγάπη μου και μόνη σου; Δεν έχεις σ

Αλλόφρονας Ιούλιος.

  «Ο γενέθλιός μου μήνας στα θολερά λιοπύρια του Καρκίνου μ’ έναν απρόκοφτον ίσκιο που αναβλύζει δονούμενος από φευγαλέα φωνήματα κληματαριάς- τι άρια ο θάνατος ή η έβδομη κοίμηση… Σα να αισθάνομαι το σώμα μου στον ιδρώτα λουσμένο μουσείο Οπού ‘χει να δείξει σωζόμενες αστραπές τη μεγάλη του πόνου προσωπογραφία. Μοναστήρι παμπάλαιο τούτος- εδώ ο ύπερος. Δεν επιτρέπω υπολειπόμενα δάκρυα προχωρώντας με χαυλιόδοντες αταραξίας ανάμεσα στα μελανθή με φως ανήμερο να κατακάψω και τις πέντε ηπείρους. Την καλησπέρα μου στα Ιδανικά σας.»   Ν. Καρούζος

Δεν

Δεν προστατεύτηκα Δεν εκμεταλεύτηκα Δεν ολοκλήρωσα Δεν υπολόγισα Δεν απόκτησα Δεν εφύλαξα Δεν έζησα Δεν είμαι Δεν έχω

Blues Power

  Ρέθυμνο 1997. Στήναμε ακόμα το σταθμό και μέχρι να φτιαχτεί εκείνο το περιβόητο σύστημα που θα έφτιαχνα για να παίζει στον αυτόματο με computer, είχαμε εγκαταστήσει ένα πεντάσιντο που έπαιζε ολημερίς κι οληνυχτίς ό,τι του κατέβαινε από τα cd που του αλλάζαμε όποτε το θυμόμασταν. Ήμασταν λοιπόν ένα μεσημέρι στο πρώτο εκείνο studio της Μοάτσου, όταν χτύπησε το κουδούνι της πόρτας. Ανοίγω και βλέπω να στέκεται μπροστά μου μια κυρία κάπου 65 με 70 χρονών, κοντούλα, αδύνατη με άχρωμα ρούχα και ντροπαλό βλέμα. - Χαίρεται. - Χαίρεται. Θα είναι από καμμιά διπλανή πολυκατοικία, φαίνεται χτές που δοκιμάζαμε αργά τα μεσάνυχτα τα μόνιτορ μάλλον το παρακάναμε, σκέφτηκα, κι αρχίζω να μηχανεύομαι δικαιολογίες, συγνώμες και άλλα τσατσιλίκια. - Τι θα θέλατε; - Μπορώ να περάσω; - Μετά χαράς. Μπήκε μέσα, κάπως διστακτικά, και αμέσως βάλθηκε να παρατηρεί με παιδική απορία την  κονσόλα, τα λινκ, το equalizer, τη στερεογεννήτρια και όλα τα τζουβαϊρικά τέλος πάντων του studio. - Αυτός είναι λοιπόν ο σταθμό

Ο Θάνατος της Rosie.

  “Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν γονέοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων χρήμασι εκμεταλευόμενοι”. Το κακογραμένο, ασύντακτο, ανορθόγραφο αλλά επαρκώς κατατοπιστικό ρητό κοσμούσε έναν τοίχο στη Φοιτητική Εστία Θεσσαλονίκης εκείνον τον καιρό. Έτσι είχε δυστυχώς η κατάσταση, διότι μπορεί η εξεταστική στη Σχολή να είχε πάει καλά και να είχα περάσει όλα τα μαθήματα, όμως είχα κάνει ακόμα πιο επιτυχή περάσματα και από διάφορα ευαγή ιδρύματα της συμπρωτεύουσας· έξαλα  μπαρ, μοσχομυριστά μεζεδοπωλεία, σινιέ  μπουζουκλερί, προχώ καφωδεία, μοδάτα ορθάδικα, κομψά τσαγάδικα, αμαρτωλά  καταγώγια και λοιπά και λοιπά, ων ουκ έστι χορηγός. Γι'αυτό τη λένε φτωχομάνα, διότι δε σου αφήνει λεφτά ούτε για Άσσο άφιλτρο η άτιμη η νύφη του Θερμαϊκού. Θα φταίει φαίνεται ο βρωμιάρης άντρας της ο κουραδοπνίχτης... Αφού σκόρπισα λοιπόν με ζήλο αξιοθαύμαστο ό,τι είχε απομείνει από το φοιτητικό "επίδομα" που με κόπο έβγαζαν και μου έστελναν οι δικοί μου, μαζί με κάτι οικονομίες από το σερβιτοριλίκι μου (ευγενή

Εθνική επέτειος

  - Αποκλείεται, δεν το κάνω που να χτυπιέσαι. - Ρε φίλε, σε παρακαλώ δεν έχω άλλον. - Βάλε το Μήτσο. - Τον οδηγό του διοικητή; Τον ξέρει ρε μαλάκα ο Συνταγματάρχης, θα τον αναγνωρίσει. - Το Στέφανο. - Αυτός δεν ξέρει ούτε να μιλά καλά-καλά ηλίθιε, πώς είναι δυνατόν να περάσει για γιατρός; - Το Νίκο. - Φοβιτσιάρης. - Το Γιώργο που είναι και νοσοκόμος στη μονάδα. - Δε μιλιόμαστε. - Τον άλλο Νίκο, από τη Λάρισσα. - Κοίτα Κώστα, εσύ θέλω να το κάνεις. - Γιατί; - Γιατί είσαι αεράτος και φοράς και γυαλιά. - Κι επειδή έχω αέρα και αστιγματισμό πρέπει πάω στρατοδικείο δηλαδή; - Ρε μαλάκα σε ικετεύω. ΑΝ δεν πάω στο πάρτυ τη Λίτσας απόψε δε θα μου ξαναμιλήσει. - Ας μην της το έταζες αν δε μπορούσες. - Που να 'ξερα ότι θα με έχωνε μέσα τελευταία στιγμή υπηρεσία 25η Μαρτίου ο κωλο-διοικητής; - Έτσι θα λέω κι εγώ στο κελί των στρατιωτικών φυλακών Αυλώνας:«που να ξερα ότι θα μ' έχωνε μέσα ο κωλόγιατρος»; - Ρε Κωστάκη, λυπήσου με, τι σου ζητάσω ρε αρχίδη; Κάτσε εδώ με τις νοσοκόμες κι άν έρ