Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2020

Sweet Sixteen (Κωνσταντίνου και Ελένης)

Η πρώτη ερωτική απογοήτευση μοιάζει με το τέλος του κόσμου: όλα έχουν τερματίσει οριστικά και αμετάκλητα με το χειρότερο δυνατό τρόπο, το μέλλον δεν είναι παρά ένα κενό, η ζωή δεν αξίζει ούτε δεκάρα, η ομορφιά χάθηκε για πάντα, όλα τα καταπίνει μια πύρινη λαίλαπα, τα συνθλίβει μια τρομερή σύγκρουση, τα κονιορτοποιεί μια υπερ-έκρηξη ή τα καταπίνει ένα απύθμενο βάραθρο. Εξαρτάται από το ποια ταινία είδες στην πιο πρόσφατη κοπάνα από το απογευματινό φροντιστήριο της Πέμπτης. Μετά μεγαλώνεις βέβαια και μαθαίνεις ότι έτσι γίνεται, το σύμπαν σου κάθε φορά καταστρέφεται από έναν έρωτα, εσύ μετά το ξαναχτίζεις για να ματαξανακαταστραφεί από τον επόμενο έρωτα κ.ο.κ. Η μόνη διαφορά έγκειται στο ό,τι κάθε φορά το σύμπαν που φτιάχνεις είναι ολοένα και μικρότερο κι όταν πια δε μείνει τίποτα για να το ξαναφτιάξεις δε χρειάζεται πια και να ερωτεύεσαι. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Εγώ τότε περνούσα τον παρθενικό μου Αρμαγεδώνα   τον οποίο και περιέγραφα εκείνο το βράδυ της 21 ης Μαίου του 19

Ο καλός νοικοκύρης και η σκιά του

  Ο καλός νοικοκύρης εκείνο το ηλιόλουστο Σάββατο, γυάλιζε το αυτοκίνητο του κάτω από την πυλωτή της πολυκατοικίας, όταν είδε τον Ξένο να περιφέρεται έξω στο δρόμο. «Τι ‘ναι πάλι τούτος;» αναρωτήθηκε εκνευρισμένος, «δε φτάναν οι πλατείες στο κέντρο, δε φτάναν τα νησιά μας, σε λίγο θα μπαίνουν και μέσα στα σπίτια μας οι λαθραίοι». Στάθηκε και τον παρακολουθούσε, ενώ το δεξί του χέρι που κρατούσε το γυαλιστικό πανί, συνέχισε τις κυκλικές του κινήσεις πάνω στο καπό, εντελώς αδιάφορο για την αιτία του εκνευρισμού του ιδιοκτήτη του.   Εκείνος, ο Ξένος, κοίταζε γύρω του έκπληκτος, λες και κάποιο γιγάντιο χέρι τον είχε πάρει ξαφνικά από εκεί που ήταν και τον τοποθέτησε στη μέση ενός δρόμου που δεν είχε ξαναδεί, σε μια άγνωστη συνοικία μιας πόλης που δεν ήξερε το όνομά της. Ήταν κοντούλης, αδύνατος και πολύ μελαχρινός, με ρούχα φτηνά, ξεθωριασμένα και γεμάτα σκόνη, πολλή σκόνη. Ο καλός νοικοκύρης σκέφτηκε ότι αν του έδινε μια γερή στην πλάτη, όλη αυτή η σκόνη θα σήκωνε τέτοιο σύννεφο