Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Αύγουστος, 2022

Donna Summer

  Καλοκαίρι μετά την έκτη δημοτικού.Αύγουστος. Δούλευα στην ανακαίνιση της Νομαρχίας Ρεθύμνου. Ο εργολάβος, ένας συμπαθής παλιόγερος,  που με είχε προσλάβει, είχε αναλάβει να αντικαταστήσει τα κεραμίδια της σκεπής με καινούρια. Η δουλειά μου ήταν να κόβω ένα κομμάτι σύρμα από μια μεγάλη κουλούρα (περίπου είκοσι πόντους τη φορά) να το περνάω από μια τρύπα του κεραμιδιού, να το στρίβω δυο τρεις φορές και μόλις έφτιαχνα δυο ντουζίνες τέτοια κεραμίδια, τα έβαζα σε ένα ζεμπίλι και τα ανέβαζα με ένα μηχανοκίνητο μπαλάντζο στη σκεπή του κτιρίου όπου τα έπαιρναν οι μάστορες και αντικαθιστούσαν τα παλιά. Το σύρμα, το τέλι, χρησίμευε στο να δένουν τα κεραμίδια πάνω στον ξύλινο σκελετό στης στέγης. Ο ήλιος με έδερνε αλύπητα και το μόνο που με προστάτευε ήταν ένα παλιό καπέλο που μου είχαν δώσει. Τα ρούχα μου βρωμούσαν αλατισμένη ιδρωτίλα ακόμα και μετά το πλύσιμο. Στο τέλος της κάθε μέρας έμπαινα εγώ στο ζεμπίλι και με ανέβαζαν πάνω όπου έρποντας μάζευα τα σπασμένα υπολείματα κερμιδιών και διάφορ

Εγκατάλειψη.

Συνήθως με ξύπναγε ο θόρυβος του δρόμου και η φασαρία των γειτόνων. Αυτή τη φορά με ξύπνησε μια νεκρή σιωπή. Μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας σκέφτηκα ότι κουφάθηκα, κι αυτό με έκανε να ανοίξω τα μάτια μου τρομαγμένος. Κοίταξα το ρολόι στο κομοδίνο: επτά και μισή. Μετά έστρεψα το βλέμα στο παράθυρο, το γκρίζο του πρωϊνού χλώμιαζε για να μεταμορφωθεί στο αρρωστιάρικο, θαμπό φώς της πόλης. Κανονικά τέτοια ώρα ο κυριούλης του απέναντι διαμερίσματος θα έπρεπε να είχε τελειώσει το πρωϊνό του χέσιμο και θα τραβούσε μανιασμένος το καζανάκι· ο πρώτος ήχος της ρουτινιάρικης κόλασης των πολυκατοικιών. Τρία χρόνια που ξύπναγα σε αυτό το δυάρι, ακριβώς την ίδια ώρα ο κυριούλης έστελνε το βραδινό της προηγούμενης στα σπλάχνα της πρωτεύσουσας. Η ακρίβειά του ήταν τόσο απόλυτη που τον είχα βαφτίσει "ελβετικό άντερο". Ανασηκώθηκα στο κρεβάτι και αφουγκράστηκα: πού είναι το ουρλιαχτό του τηλεοπτικού πρωϊνάδικου που αγαπούσε ν’ ακούει στη διαπασών η κυριούλα του κυριούλη; Μετά συνειδητοπ

Ένα φίδι που το λένε Τες.

Με την Τες είμαστε μαζί 3 χρόνια. Την είχα βρει κουλουριασμένη κάτω από μια πέτρα στα ριζά ενός λόφου, χωρίς τ’ αδέρφια και τη μάνα της - ποιος να ξέρει τι τους είχε συμβεί. Τη λυπήθηκα έτσι μικρή, μοναχούλα και απροστάτευτη και την πήρα μαζί μου. Φαίνεται ότι τελικά είναι ψέμα ότι στα φίδια αρέσει το γάλα γιατί δεν ήθελε ούτε να το μυρίσει, έτσι την τάιζα τρυφερά έντομα και νεογέννητα ποντικάκια. Τώρα που μεγάλωσε τα τσακώνει μόνη της. Στην αρχή η Τες ήταν φοβισμένη και διστακτική, σιγά-σιγά όμως με συνήθισε και μάλιστα αρχίσαμε και να παίζουμε μαζί. Το αγαπημένο της είναι να κουλουριάζεται και να μαζεύεται κι ύστερα να τινάζεται με όλη της τη δύναμη πάνω μου, ενώ εγώ την αποκρούω πιάνοντάς την από το λαιμό για να την απιθώσω προσεκτικά στη θέση της. Με τον καιρό βελτιωθήκαμε και οι δυο τόσο πολύ σ’ αυτό το παιχνίδι που η μεν Τες φαίνεται σαν μια αχνή ασημένια λάμψη καθώς εκτοξεύεται και το χέρι μου από την άλλη τινάζεται τόσο ακαριαία που θυμίζει χτύπημα του μακαρίτη του Μπρου