“Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν γονέοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων χρήμασι εκμεταλευόμενοι”. Το κακογραμένο, ασύντακτο, ανορθόγραφο αλλά επαρκώς κατατοπιστικό ρητό κοσμούσε έναν τοίχο στη Φοιτητική Εστία Θεσσαλονίκης εκείνον τον καιρό. Έτσι είχε δυστυχώς η κατάσταση, διότι μπορεί η εξεταστική στη Σχολή να είχε πάει καλά και να είχα περάσει όλα τα μαθήματα, όμως είχα κάνει ακόμα πιο επιτυχή περάσματα και από διάφορα ευαγή ιδρύματα της συμπρωτεύουσας· έξαλα μπαρ, μοσχομυριστά μεζεδοπωλεία, σινιέ μπουζουκλερί, προχώ καφωδεία, μοδάτα ορθάδικα, κομψά τσαγάδικα, αμαρτωλά καταγώγια και λοιπά και λοιπά, ων ουκ έστι χορηγός. Γι'αυτό τη λένε φτωχομάνα, διότι δε σου αφήνει λεφτά ούτε για Άσσο άφιλτρο η άτιμη η νύφη του Θερμαϊκού. Θα φταίει φαίνεται ο βρωμιάρης άντρας της ο κουραδοπνίχτης... Αφού σκόρπισα λοιπόν με ζήλο αξιοθαύμαστο ό,τι είχε απομείνει από το φοιτητικό "επίδομα" που με κόπο έβγαζαν και μου έστελναν οι δικοί μου, μαζί με κάτι οικονομίες από το σερβιτοριλίκι μου (ε...