Ήρθα πάλι, μου λέει ο διάβολος. Αυτή τη φορά δε γλιτώνεις. Σε παίρνω, δε σ'αφήνω. Ούτε τραγούδι θα μου βάλεις ν'ακούσω, ούτε τσικουδιά να πιω. Ετοιμάσου, συγυρίσου, φεύγουμε.
Τώρα άκουγα ένα γνωστό σου αντέτεινα με ψεύτικη ψυχραιμία, (είχα χεστεί απάνω μου).
Σοβαρά; αντιγύρισε ειρωνικά. Ποιόν; Έχω πολλούς γνωστούς.
Robert Johnson τον έλεγαν, κι ακούγεται πως εσύ του 'μαθες να παίζει κιθάρα.
Έχασε το κέφι του ξαφνικά. Πφφφ, εγώ; τίποτα δεν του έμαθα. Καθισμένος μια βραδιά σε έναν τάφο έπαιζε με έναν άλλον τόσο συγκινητικά που στάθηκα δίπλα τους και άκουγα. Στο τέλος τον παρακάλεσα να μου δείξει δυο-τρια πατήματα.
Και σου 'δειξε; Ρώτησα.
Όχι, απάντησε. Μου είπε ότι αυτά δεν είναι για μένα, τράβηξε με τα ακροδάχτυλα μια παράξενη συγχορδία και έφυγε.
Κι εσύ τι έκανες;
Τίποτα. Εξαφανίστηκα και τον ξαναβρήκα μετά από 9 χρόνια.
Και τον πήρε ο διάολος που λένε είπα γελώντας.
Ακριβώς αυτό, γέλασε κι εκείνος.
Και τώρα τι κάνουμε;
Δεν τα 'παμε; Φεύγεις. Τέρμα τα κόλπα.
Μια ερώτηση μόνο.
Λέγε.
Γιατί τον πήρες στα 27 μαζί με όλους τους άλλους - μην τα λέμε τώρα, ξέρεις ποους λέω.
Πιστεύεις ότι τους πήρα επειδή ήταν ταλαντούχοι, χαρισματικοί και δεν ξέρω τι άλλη μαλακία λένε;
Εσύ θα μου πεις.
Ο διάολος στάθηκε μπροστά μου, χαμήλωσε το πρόσωπό του στο δικό μου, η ανάσα του μύριζε λεβάντα.
Αυτοί οι άνθρωποι έπρεπε να φύγουν εκείνη την ώρα, ακριβώς πριν την πραγματική έκρηξη του χαρίσματος που είχαν την ατυχία να διαθέτουν.
Γιατί;
Τι γιατί; Θυμάσαι το μύθο του Προμηθέα;
Ναι;
Να τον μελετήσεις.Ξανά. Δεν ήταν μύθος.
Άμα με πάρεις πως θα τον μελετήσω;
Δε θα σε πάρω.
Γιατί;
Τι γιατί βρε ηλίθιε; Γιατί μ'αρέσει που ρώτησες!
Γιατί;
Γιατί ο Θεός μισεί τις ερωτήσεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου