Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εθνική επέτειος

 



- Αποκλείεται, δεν το κάνω που να χτυπιέσαι.
- Ρε φίλε, σε παρακαλώ δεν έχω άλλον.
- Βάλε το Μήτσο.
- Τον οδηγό του διοικητή; Τον ξέρει ρε μαλάκα ο Συνταγματάρχης, θα τον αναγνωρίσει.
- Το Στέφανο.
- Αυτός δεν ξέρει ούτε να μιλά καλά-καλά ηλίθιε, πώς είναι δυνατόν να περάσει για γιατρός;
- Το Νίκο.
- Φοβιτσιάρης.
- Το Γιώργο που είναι και νοσοκόμος στη μονάδα.
- Δε μιλιόμαστε.
- Τον άλλο Νίκο, από τη Λάρισσα.
- Κοίτα Κώστα, εσύ θέλω να το κάνεις.
- Γιατί;
- Γιατί είσαι αεράτος και φοράς και γυαλιά.
- Κι επειδή έχω αέρα και αστιγματισμό πρέπει πάω στρατοδικείο δηλαδή;
- Ρε μαλάκα σε ικετεύω. ΑΝ δεν πάω στο πάρτυ τη Λίτσας απόψε δε θα μου ξαναμιλήσει.
- Ας μην της το έταζες αν δε μπορούσες.
- Που να 'ξερα ότι θα με έχωνε μέσα τελευταία στιγμή υπηρεσία 25η Μαρτίου ο κωλο-διοικητής;
- Έτσι θα λέω κι εγώ στο κελί των στρατιωτικών φυλακών Αυλώνας:«που να ξερα ότι θα μ' έχωνε μέσα ο κωλόγιατρος»;
- Ρε Κωστάκη, λυπήσου με, τι σου ζητάσω ρε αρχίδη; Κάτσε εδώ με τις νοσοκόμες κι άν έρθει έφοδο απ΄την Ταξιαρχία απλά θα πεις ένα καλησπέρα στο Συνταγματάρχη που είναι απόψε ΑΥΔΜ και γεια σας.
- Κι άμα με ρωτήσει έτσι συναδελφικά τι συστήνω για την εμμηνόπαυση της γυναίκας του ή για τις αιμοροΐδες του, τι να του απαντήσω ρε παλιομαλάκα, να του πώ να περιμένει να έρθει ο κανονικός γιατρός που έχει πάει στο πάρτυ για την ονομαστική εορτή της γκόμενάς του. ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΣΕ ΣΥΝΑΝΤΟΥΣΑ ΠΑΛΙΟΚΑΘΙΚΙ;
- Αχχ ναι! Και λείπει κι ο άντρας της και μου είπε ότι μετά το πάρτυ θα πάμε στο σπίτι μιας φίλης της που έχει πάει στη μάνα της στην Ηγουμενίτσα!
- Καλό ακούγεται, εσύ θα πηδήξεις τη Λίτσα κι εμένα θα με περάσει ο Χαλμούκαρος μάκτρο, από αυτά που περνάνε τα πυροβόλα του άρματος.
- Ρε συ, τέτοια νύχτα και ο ίδιος ο Συνταγματάρχης θα θέλει να τελειώσει τη δουλειά του τάκα-τάκα να γυρίσει στην Ταξιαρχία και να πιούνε τσίπουρα με τον ΒΑΥΔΜ του. Θα δώσει συνθηματικό στο φρουρό της πύλης, και θα ρίξει στο νοσοκομείο μια ματιά να δει ότι είμαστε όλοι εδώ. Εγώ σε χρειάζομαι μη ζητήσει να μας μετρήσει ή να κάνει ονομαστική αναφορά. Κεφάλια και "παρών" θα μετράει δε θα ζητήσει και τίτλους σπουδών ρε μαλάκα!
- Κι αν έρθει περιστατικό τι θα του κάνω μασάζ ή ευχέλαιο;
- Θα το αναλάβει ο Τάκης.
- Είναι οφθαλμίατρος πανέξυπνε όχι χειρουργός!
- Θα το αναλάβουν οι νοσοκόμες και τους έχω αφήσει και το τηλέφωνο στο σπίτι της Λίστας να με καλέσουν αν χρειαστεί.
- Ναι, θα πω στον ετοιμοθάνατο μισό λεπτό αγαπητέ διότι ο κύριος δόκτωρας που θα σας σώσει τη ζωή τον έχει μέσα στη Λίτσα τώρα και θα σας κάνει την τιμή να έρθει αμέσως ευθύς τον βγάλει. ΜΗΠΩΣ ΝΑ ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΚΑΙ ΤΣΙΓΑΡΑΚΙ ΜΑΛΑΚΑ;
- Τα σοβαρά τα πάνε στο Γενικό άσχετε. Εδώ έρχονται κάτι στραμπουλήγματα και οι μεθυσμένοι από την έξοδο.
- Ο διοικητής θα με κρεμάσει από τ'αρχίδα.
- Κώστα!
- Θάνο!
- Εντάξει. Να σε ρωτήσω κάτι;
- Λέγε.
- Ποιός σου έβγαλε 6 μέρες αναρρωτική τις Απόκριες;
- Νάτα μας...
- Σε τίνος το γραφείο κοιμάσαι τα μεσημέρια για να λουφάρεις;
- Μάιστα.
- Ποιός διαβεβαίωσε τον υπο-διοικητή ότι δεν ήπιες εσύ το ΜΕΤΑΧΑ που είχε στο γραφείο του αλλά το πήρα εγώ να αποστειρώσω νυστέρια και λαβίδες, γιατί μου είχε τελειώσει το οινόπνευμα;
- Ωραία, περάσαμε στην αναδρομή μικροεξυπηρετήσεων.
- Μικροεξυπηρέτηση που είπα ψέματα στη Μαρία ότι εγώ
έφυγα με τη σερβιτόρα εκείνο το βράδυ αντί για σένα και παραλίγο να μου βγάλει τα μάτια η Λίτσα ε;
- Ναι αλλά μετά εγώ είπα στη Λίτσα...
- Ποιός σου γνώρισε τη Μαρία;
- Χααα, μου είπε ότι εκείνη σου ζήτησε να μας συστήσεις!
- Ντάξει ρε Κώστα. Εντάξει ρε μαλάκα χέστο. Να ξέρεις ρε φίλε, φίλον ωφελείς νεκρό δανείζεις.
- Τι θες τώρα ρε Θάνο;
- Να γαμήσω Κώστα. ΝΑ-ΓΑ-ΜΗ-ΣΩ!
- Κι εγώ θέλω ΝΑ-Α-ΠΟ-ΛΥ-ΘΩ!
- Τη μηχανή!!!
- Τι τη μηχανή;
- Θα σου δώσω τη μηχανή για ένα Σαβαβτοκύριακο.Και θα κανονίσω να πάρεις διήμερη.
- Δεν τη δανείζεις τη μηχανή Θάνο.
- Σ'εσένα θα τη δανείσω.
- Τη θες πολύ ε;
- Όσο εσύ τη μηχανή Κώστα.
- Εντάξει. Αλλά θα κανονίσεις να ξαναδώ τη Μαρία.
- Έγινε!
- Και τη μηχανή τη θέλω Παρασκευοσαββατοκύριακο. Και η άδεια τριήμερος παρακαλώ.

Κι έτσι για ένα και μόνο βράδυ έγινα Στρατιωτικός Ιατρός.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Παίχτης

Κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς, ο πατέρας μου έπαιρνε το μεγάλο τετράγωνο τραπέζι της κουζίνας μας και το έβανε στο κέντρο του καφενείου, άπλωνε τη μεγάλη πράσινη τσόχα (εδώ κι εκεί τρύπια πό τις κάφτρες των τσιγάρων) κι ετοίμαζε την πρωτοχρονιάτικη μπαρμπουτιέρα. Αφού αράδιαζε τις καρέκλες γύρω-γύρω, έβγαζε από την κρυψώνα τα μεγάλα λευκά ζάρια και τα απίθωνε στη μέση του τραπεζιού. Τη διαδικασία παρακολουθούσαν ανέκφραστοι κι αμίλητοι οι γέροι που στριμωγμένοι γύρω από την ξυλόσομπα προσπαθουσαν να ζεσταθούν. Καθώς έπεφτε το βράδυ εορταστικό και ειρηνικό οι παίχτες έπαιρναν ένας-ένας τη θέση τους. Δεν ήταν μόνο οι "καθ'έξιν" κουμαριτζήδες αλλά και οι αποδέλοιποι που έπαιζαν ζάρια "για το καλό του χρόνου". Αρχή κάναμε εμείς τα πιτσιρίκια που εκπαιδευόμασταν στα ήθη των παιγνίων παίζοντας στα ζάρια γαριδάκια, σοκολάτες και κάτι δραχμές κερδισμένες από τα χαρτζιλίκια ή τα κάλαντα. Ύστερα έρχονταν οι "μεγάλοι". Ξεκινούσαν με κάτι ταλαιπωρημένα μπλέ πενη...

Βίλμα

Ο λόγος που χάζευα τη Βίλμα ήταν το βλέμα της. Όχι γιατί παρά τα περίπου 90 χρόνια της παρέμενε ακόμα κοριτσίστικο (ζωηρό και περίεργο σα να αντίκρυζε για πρώτη φορά τον κόσμο) αλλά επειδή ήταν ονειροπόλο. Όταν η ματιά της σηκωνόταν για να κοιτάξει κάπου μακριά, έλαμπε με μια ακατανόητη ένταση και έχανε το απόκοσμο φως της μόνο όταν ξανάπεφτε πάνω στα κοντινά πράγματα ή στον συνομιλητή της - εν προκειμένω εμένα.Τώρα ήμουν εγώ ο υπνωτισμένος. Της πήρε λιγότερο από μισό δευτερόλεπτο να επιστρέψει από την ονειροπόληση στο καφενείο του "Σφακιανού" όπου καθόμασταν και στην αρχινημένη κουβέντα μας. - Ωραίο βράδυ Κώστα. Γλυκό. Είναι ωραία η Νίσυρος το καλοκαίρι. Λάτρεψα το Μανδράκι από την πρώτη μέρα που ήρθα νιόπαντρη με το συχωρεμένο τον Πανάγο. Ξαφνικά το βλέμα της έγινε γκρίζο. - Ο Γιάννης μου έλεγε ένα τραγούδι, είπα προσπαθώντας να διώξω το σύνεφο. "Του ποταμού μας το νερό βρέχει δε βρέχει τρέχει ωραία το Μανδράκι μας κορίτσια που τα έχει". - Πρέπει να ίσχυε το ίδιο ...

Εις του Βαρσάμου το νερό χρυσό δεντρί εφάνη...

Μπρε, Κωστή, εδά θα σου μάθω ένα βυζαντινό, ναι, βυζαντινό ριζίτικο, απού μου το ‘χε μαθωμένο ο Βενοσίφης κι αυτηνού ο παππούς του κι αυτηνού ο προπάππους του και πάει ετσά λοής: “Εις του Βαρσάμου το νερό, χρυσό δενδρί εφάνη Κι εις τη σκιανιάδα του δεντρού Οζά ήταν σταλισμένα. Τρεις κλέφτες επεράσανε τρεις κλέφτες επερνούσα’ Κάθουνται και ξανοίγουν’τα στέκουνται και μετρούν’τα.» Εκατάλαβες; τω παλιώ γκαιρώ εγυρίζανε πέρα – πόδε κλέφτες και ξανοίγανε μη μπανα βρούνε κιανένα κουράδι αφύλαχτο, ναι Κωστή ακούς; Και ξανοίγανε απού λες το κουράδι και το θαυμάζανε και λέγανε: «Για δες οζά για δες αρνιά για δες κριγιούς μπροστάρους Για προβατοσκλάβερα ασημικά ραμένα» ‘Οι – όι μρε σα ντου ξεγηβεντισμένου του –τάδε- απού τα τζουμπροδένει ο γουρσούζης με τέλια και σπαούλια, εκατάλαβες; Και ξανοίγουνε απού λες να δούνε από τσοι σαμές τίνος είναι τα οζά μα δε ξεχωρίζουνε και τονέ λέει ένας κατεχάρης: «Τούτα δεν είναι Σφακιανά, ούτε κι α...